Wednesday 14 March 2007

New game


Αυτή είναι η απάντησή μου στην πρό(σ)κληση από τον hracker. Έπρεπε να γράψω κάτι που να περιλαμβάνει τις λέξεις : αγάπη, αυτοκίνητο, κυκλάμινο, Πράγα, φως, ποτάμι, διαμάντι...

Μόνο ένας χρόνος απουσίας, γλυκιάς μελαγχολίας, κοιτάζω τα βρώμικα απομεινάρια του έρωτά σου. Διστάζω να φωνάξω τ’ όνομά σου, μα δεν ξέρω άλλη λέξη πια να πω… Όταν ήμουν στο αυτοκίνητο κι έφευγα γρήγορα μπροστά, στο γκάζι φανταζόμουν το πρόσωπό σου, τα χείλη σου να μιλούν γι’ αγάπη και το βλέμμα σου θανατηφόρο μα γνωστό. Τόση οδήγηση, θα ‘χα φτάσει στην Πράγα, έπειτα στη Βαρσοβία, στο Ελσίνκι, δε θα υπήρχε γειτονιά παράξενη που να μην είδα, κι όμως… Εσύ δεν ξεκόλλαγες απ’ το γκάζι. Στο ποτάμι δεξιά επάνω έστριβες πάντα όπου κι αν πηγαίναμε - κι ας ήταν ο δρόμος μας πολλές φορές ευθεία. Σε ρώταγα γιατί - σου άρεσε η διαδρομή. Τότε γιατί άλλες διαδρομές που λάτρευες τις άφησες;
Κάποτε με ρώτησε μια φίλη πώς καταλαβαίνεις αν είσαι ερωτευμένος, τι νιώθεις. Της απάντησα πως είναι σαν να μπαίνει ξαφνικά φως στο δωμάτιο όταν έρχεται αυτός που αγαπάς, σαν να γίνονται αμέσως όλα καλύτερα, πιο όμορφα και πιο σωστά. Ιδανικά. Μα δε με ρώτησε πώς είναι όταν ο έρωτάς σου γίνεται ποτάμι που κυλά αντίστροφα απ’ το αρχικό του ρεύμα… όταν γίνεται τόσο σκληρός που χαράζει ακόμα και το διαμάντι;… όταν το κυκλάμινο στη χούφτα γίνεται θρυμματισμένα χρώματα και ουσίες σκοτωμένες, σκόνη που την παρασέρνει ο αέρας μακριά…

Εγώ προ(σ)καλώ τον caesar να γράψει ένα κείμενο με τις εξής λέξεις: σκύλος, παιδί, ποδήλατο, τουλίπα, σπασμένος(-η,-ο), βιβλίο, απορία. Είδα ότι τον Στοχαστή τον έχει προτείνει η arxitempela αλλά αν θέλει ας γράψει και για μένα. Φιλιά!

Sunday 11 March 2007

΄Ηθελα, στο βάθος, να τραγουδήσω αλλιώς απ' ό,τι τραγουδάνε οι άλλοι- κι ας ήτανε και φάλτσα. Θέλω να πω ότι το βάρος της γοητείας έπεφτε στην παράβαση· που σιγά-σιγά, με τα χρόνια, είδα ότι ήταν πολύ περισσότερο μια πρόγευση της βαθύτερης αλήθειας, που κουβαλά μέσα της η νεότητα χωρίς να το γνωρίζει, παρά μια σκέτη αυθαιρεσία, ώστε να την κρίνεις με συγκατάβαση και να την προσπεράσεις. Και πως, το κάτω-κάτω, αν με είχε οδηγήσει στ' αμαρτήματα που απαρίθμησα, έφταιγε η απειρία μου η προσωπική και όχι, καθόλου, η ίδια η αρχή, που μ' έβαζε να δυσπιστώ σε καθετί το παραδεγμένο και συστηματικά να το αντιστρατεύομαι.

(Ο. Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά, Ίκαρος 1996, σ.3-5)